απέλλα

απέλλα
H συνέλευση των αρχαίων Σπαρτιατών που γινόταν κάθε πανσέληνο, στον χώρο μεταξύ Βαβύκας και Κνακίωνα. Καθιερώθηκε από ρήτρα του Λυκούργου, περίπου το 800 π.Χ.
* * *
ἀπέλλα, η (Α)
«εκκλησία του δήμου», συνέλευση του λαού στη Σπάρτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. (σε πληθ. αριθμό απέλλαι) μαρτυρείται στις λακωνικές επιγραφές του 1ου π.Χ. αιώνα, αλλά η ακριβής σημασία της στο πολιτικό λεξιλόγιο των Λακώνων δεν μας είναι γνωστή. Ο τ. προέρχεται μάλλον από *n (συνεσταλμένη βαθμίδα του εν) -pel - και συνδέεται με το λατ. pello «ωθώ, εξωθώ, χτυπώ»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Ἀπελλᾶ — Ἀπελλᾶς masc gen sg (doric) Ἀπελλής masc gen sg (doric aeolic) Ἀπελλῆς masc gen sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπελλᾶ — ἀπελλάζω fut ind act 1st sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπελλᾷ — Ἀπελλᾶς masc dat sg (doric) Ἀπελλής masc dat sg (doric aeolic) Ἀπελλῆς masc dat sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπελλᾷ — ἀπελλάζω fut ind mid 2nd sg (epic doric aeolic) ἀπελλάζω fut ind act 3rd sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπελλᾶν — Ἀπελλᾶ̱ν , Ἀπελλᾶς masc gen pl (doric aeolic) Ἀπελλᾶς masc acc sg (doric) Ἀπελλής masc gen pl (doric aeolic) Ἀπελλᾶ̱ν , Ἀπελλῆς masc gen pl (doric aeolic) Ἀπελλῆς masc acc sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπελλᾶς — ἀπελλᾶ̱ς , ἀπελλάζω fut ind act 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπέλλας — ἀπέλλᾱς , ἀπό , ἐν λάω 1 imperf ind act 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἁπελλᾶς — ἀπελλᾶ̱ς , ἀπελλάζω fut ind act 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας …   Dictionary of Greek

  • σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”